Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

#1 by kostask: The Astronauts - It's Got a Garden

 


   Τα κόκκινα μάτια άνοιξαν διάπλατα. Έκαιγαν με το βλέμμα τους την Ρέτσουκο η οποία είχε μαζευτεί σε εμβρυακή στάση μαζεύοντας το σεντόνι γύρω από το γυμνό της σώμα. Τα μάτια κοίταξαν αργά τον κάθε καθρέφτη. Στον πρώτο είδε τον Χαγιάτε. Στον δεύτερο τον Νακίτο τον Νίντζα. Στον τρίτο είδε μόνο αίμα να κυλάει πάνω στον καθρέφτη. Για τα κόκκινα μάτια δεν υπήρχε τίποτα άλλο από εκδίκηση. Τυφλή εκδίκηση. Άρπαξε το ξίφος του και κρατώντας το ψηλά, πλησίασε την Ρέτσουκο. Την στιγμή που ξεκίνησε να το κατεβάζει ακούστηκε η φωνή του Χαγιάτε. 
   -"Όχι όσο είμαι ακόμα εδώ εγώ!", φώναξε και με το δεξί χέρι έσπρωξε την Ρέτσουκο ώστε να αποφύγει το χτύπημα που βρήκε τελικά στο μαξιλάρι.
   -"Τρέχα, Ρέτσουκο! Δεν ξέρω πόσο μπορώ να τον συγκρατήσω." 
   Η κακόμοιρη η Ρέτσουκο τα χε χάσει. Άρπαξε το σεντόνι και άρχισε να τρέχει προς την πλατεία του Ναού. Ο 97ος έβγαλε μια κραυγή τόσο δυνατή που έσκισε το πάτωμα. Οι καθρέφτες έσπασαν σε χίλια κομμάτια. Άρχισε να τρέχει γυμνός πίσω από την Ρέτσουκο. Ο Δάσκαλος άκουσε τη φασαρία και βγήκε να δει τι συμβαίνει. Με το που είδε τον 97ο σε κατάσταση αμόκ, ξεσπάθωσε. Φώναξε στην Ρέτσουκο να μπει γρήγορα στην άμαξα και να φύγει με τα υπόλοιπα κορίτσια που τρομαγμένα είχαν βγει κι αυτά στην πλατεία. 
   -"Είσαι δεσμευμένος από τον Κώδικα να σταματήσεις τώρα!!". Ο 97ος σταμάτησε απέναντί του. 
   -"Θα πεθάνετε όλοι. Αυτή είναι η δέσμευσή μου.", απάντησε βλέποντας και τους υπόλοιπους μαθητευόμενους να παίρνουν ένας ένας τα σπαθιά τους και να στοιχίζονται πίσω από τον Δάσκαλό τους. 
   -"Ένας εναντίον 96? Δεν το βρίσκεις λίγο άδικο?", είπε ο Δάσκαλος χαμογελώντας.
   -"Ναι. Για σας", απάντησε ο 97ος και άπλωσε τα χέρια του διάπλατα κοιτώντας προς τον ουρανό. Τα έκλεισε δυνατά κρατώντας το ξίφος και με τα δυο του χέρια τώρα. Πέρασαν λίγα μόνο δευτερόλεπτα μέχρι να τα ανοίξει ξανά. Κοίταξε το σώμα του που ήταν κατακόκκινο από το αίμα 96 Νίντζα. Πίσω του κοίτονταν τα πτώματα των τελευταίων μαθητευόμενων σ αυτόν τον Ναό. Στάθηκε πάνω από τον έκπληκτο Δάσκαλο που ακόμα ψυχοραγούσε. 
   -"Δεν είν... είναι δυνατόν...", ήταν οι τελευταίες λέξεις που είπε ποτέ ο Δάσκαλος πριν το ξίφος διαπεράσει το κεφάλι του ανάμεσα στα δυο του μάτια. 
   Ο 97ος κατάλαβε ότι είχε χάσει την ευκαιρία του με την Ρέτσουκο. Για τώρα. Ούτως ή άλλως, σειρά είχαν άλλοι πρώτα. Φόρεσε τη στολή του και ξεκίνησε τον μακρύ του δρόμο. Πίσω του ο Ναός τυλιγόταν στις φλόγες. 
...
...
   Οχτώ μήνες η Ρέτσουκο έτρεχε από χωριό σε χωριό, από φάρμα σε φάρμα. Ξαναθυμήθηκε την παλιά της ζωή όπου τα μόνα υπάρχοντά της ήταν τα ρούχα που φορούσε και το βιβλίο. Το στολίδι το είχε χάσει, είχε ξεμείνει δίπλα από το κρεβάτι στον Ναό. Δεν καθόταν ποτέ πάνω από λίγες ώρες σε κάθε μέρος, γνωρίζοντας ότι κάθε επιπλέον λεπτό την έφερνε πιο κοντά στο τέλος της. Και δεν έπρεπε να γίνει αυτό. Όχι ακόμα τουλάχιστον. Τελευταία της ελπίδα, ο Πύργος. 
   Όταν οι φωνές των αντρών από μακρυά άρχιζαν να πλησιάζουν, η Ρέτσουκο βγήκε στο παράθυρο να επιθεωρήσει τι γίνεται. Κοίταξε κάτω και τον είδε να κρύβεται. Ο Νακίτο ο Νίντζα ήταν εκεί! Ήξερε ότι ρίσκαρε τα πάντα, αλλά πάλι θυμήθηκε τον όρκο της ότι θα έκανε τα πάντα για τον Νακίτο. Δεν είχε που να πάει, οι ομάδες των αντρών τον είχαν εγκλωβίσει. Μπρος οι άντρες, πίσω του τα ψηλά τείχη του Πύργου. Δεν είχε καμια ελπίδα. Εκτός κι αν τον βοηθούσε. Θα είχε σίγουρα λίγο χρόνο να του εξηγήσει. Ίσως να το καταλάβαινε και μόνος του όταν θα έβλεπε την κοιλιά της φουσκωμένη. Ναι, σκέφτηκε. Θα καταλάβει. Ήλπιζε μόνο να ήταν όντως ο Νακίτο ή ο Χαγιάτε αυτός που θα έβλεπε...
   Πέταξε το σχοινί έξω από το παράθυρο μαζί με όλες τις ελπίδες της.
...
Το μυαλό είναι φυλακή και οι μνήμες φύλακές του. Κάθε τόσο εμφανίζονται με φαγητό, σε ξυπνάνε για την πρωινή αναφορά, σου κάνουν βασανιστήρια. Τρέφουν το μυαλό και το κρατάνε ζωντανό μόνο και μόνο για να του υπενθυμίζουν ότι υπάρχει εξ αιτίας τους και ότι μπορεί να υπάρξει μόνο μαζί τους. Δεν ήταν η Ρέτσουκο στην άλλη άκρη του σχοινιού, δε θα μπορούσε να είναι. Μια ανάμνηση θα ήταν. Για να απελεθερωθεί το μυαλό, οι αναμνήσεις πρέπει να πεθάνουν. Πως γίνεται να σκοτώσεις μία ανάμνηση όταν δεν μπορείς να την ξεχάσεις? Και πως γίνεται να ξεχάσεις μία ανάμνηση όταν την βλέπεις μπροστά σου? Ήταν όντως το πρόσωπο της Ρέτσουκο αυτό που έβλεπε? Ή μήπως ήταν το πρόσωπο της αδερφής του που δεν ήταν βέβαιος ότι είχε ποτέ? Μήπως ο μόνος τρόπος να σκοτώσεις μία ανάμνηση είναι να δημιουργήσεις μιαν άλλη? Η λεπίδα του σπαθιού βυθίστηκε στο κέντρο του στήθους της ακριβώς την στιγμή που η Ρέτσουκο έπαιρνε ανάσα για να πει κάτι. Με τις τελευταίες δυνάμεις που είχε, άπλωσε το χέρι της στο πρόσωπο του Νακίτο του Νίντζα τραβώντας τη μάσκα του. Πίσω της υπήρχε ένας καθρέφτης. Ο Νακίτο ο Νίντζα κοίταξε μέσα του. Το μόνο που είδε ήταν δυο κόκκινα μάτια.    
...

   Πήγαινε να ξημερώσει. Η Ρέτσουκο εντυπωσιάστηκε που είχε μείνει ζωντανή μετά από τόσες ώρες, αλλά ήξερε ότι της έμεναν μόνο στιγμές ακόμα. Δεν μπορούσε να κουνήσει τίποτα εκτός τα μάτια της, αλλά τα χέρια της είχαν μείνει να ακουμπάνε πάνω στην κοιλιά της. Ένιωθε που και που τις κλωτσιές. Ίσως αυτές να την είχαν κρατήσει λίγες ώρες παραπάνω στη ζωή. 
   Δεν πρόλαβε να του το πει. Τουλάχιστον τίμησε τον όρκο της. Θα είχε δώσει τα πάντα για να σωθεί ο Νακίτο. Ήξερε ότι μπορεί να ήταν η ζωή της αυτό που θα έδινε, αλλά ποτέ δεν είχε φανταστεί ότι θα έπρεπε να δώσει δυο ζωές...
   Πήγαινε να ξημερώσει. Τουλάχιστον θα προλάβαινε να δει το φως του ήλιου για μια τελευταία φορά. Ένα μοναδικό δάκρυ κύλησε για το παιδί της που δε θα προλάβαινε να δει το φως ούτε για πρώτη φορά. 
   Ο ήλιος είχε βγει. Το φως του έλουσε την Γη. Καμια σημασία δεν είχε πλέον σκέφτηκε η Ρέτσουκο και πήγε να κλείσει για τελευταία φορά τα μάτια της...
   Η γριούλα είχε κρατήσει τον λόγο της. Αυτό έλειπε κιόλας, μια Θεά να αθετήσει την υπόσχεσή της. Η Αματεράσου εμφανίστηκε μπροστά στην Ρέτσουκο την στιγμή που κοίταξε προς τον ήλιο. 
   -"Ήρ...ήρθες?", μπόρεσε να αρθρώσει η Ρέτσουκο χωρίς καλά-καλά να μπορεί να την κοιτάξει. 
   -"Σςςς... ξεκουράσου τώρα κόρη μου... ο σκοπός σου έλαβε τέλος. Βρήκες και έφερες στον κόσμο το πραγματικό σου στολίδι. Θα αναλάβω εγώ τώρα να το επανενώσω μαζί με τα υπόλοιπα."
   Η Αματεράσου ξεγέννησε το παιδί της Ρέτσουκο και το καθάρισε. Το έντυσε και το πήρε στην αγκαλιά της να το ηρεμήσει. Αλλά θα περνούσαν χρόνια ώστε το στολίδι να σμίξει ξανά με το ξίφος και τον καθρέφτη. Όταν οι συνθήκες το απαιτήσουν. Σήκωσε το βιβλίο που ήταν πεσμένο δίπλα από το σώμα της Ρέτσουκο και το φύλαξε κάτω από το νεογνό. 
   Ο πρώτος Αυτοκράτορας είχε μόλις γεννηθεί. 



1. The Astronauts - It's got a garden
2. Hey Colossus - Dances/Curses
3. Modern Rituals - This Is The History
4. Built To Spill - Plays The Songs Of Daniel Johnston     
5. Coriky - Coriky
6. Shell Of A Shell - Away Team
7. Shifting - It Was Good
8. Thurston Moore - By The Fire
9. Other Lives - For Their Love
10. Throwing Muses - Sun Racket
11. Straw Man Army - Age Of Exile
12. Einsturzende Neubauten - Alles In Allem
13. Sex Swing - Type II
14. Mountain Caller - Chronicle I: The Truthseeker
15. Kooba Tercu - Proto Tekno
16. Oranssi Pazuzu - Mestarin Kynsi
17. Xetas - The Cypher
18. Doves - The Universal Want
19. RVG - Feral
20. Residents - Metal, Meat & Bone: The Songs Of Dyin' Dog

Νο1 by Cubelax: Porridge Radio - Every Bad


 

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2020

#2 by kostask: Hey Colossus - Dances/Curses

 


   Συνέχιζε να βρέχει ασταμάτητα. Είχε αργήσει περισσότερο από όσο ήθελε όταν έφτασε επιτέλους στο εργαστήριο. Όπως το περίμενε, ο Ακομούρο σηκώθηκε από την καρέκλα δείχνοντας το ρολόι του και σχημάτισε το νούμερο 10 με τα δάχτυλα των χεριών του. Η Χάτσικο έδειξε προς στιγμήν έκπληκτη και τον μιμήθηκε δείχνοντας κι αυτή τα 10 δάχτυλα των χεριών της ερωτηματικά πριν τα κατεβάσει όλα εκτός τους δύο μέσους της. Ο Ακομούρο γρύλισε κάτι ακαταλαβίστικο και έκανε πως σημειώνει κάτι στο τεφτέρι του. 
   Είχε πολλή δουλειά να κάνει. Ειδικά από τη στιγμή που όλη της η δουλειά ως τώρα ήταν σκέτη αποτυχία. Γι αυτό είχε καταφύγει στις μυστικιστικές τέχνες του βιβλίου. Η απελπισία και όχι η περιέργεια ήταν που την οδήγησαν εκεί. Αλλά μιας και έφυγε κι αυτό από τη μέση, δεν είχε άλλη επιλογή από το να σκεφτεί έναν νέο τρόπο. Αυτή η πανδημία δε θα περνούσε μόνη της. Έπρεπε να βρει το εμβόλιο. Γέλασε μόνη της καθώς το σκέφτηκε αυτό, καθώς ήταν ψέμα φυσικά. Ο σκοπός της δεν ήταν άλλος παρά μια φαντασίωση: είχε πιστέψει μέσα της ότι το ηλίθιο βιβλίο θα της έδινε πληροφορίες για τους γονείς της, για το ποια ήταν και από που ερχόταν. 
   Δοκιμή Νο 843: συγκόλληση του ιογόνου στελέχους με το αντιγόνο ΡΝ74. Κοίταξε μέσα στο μικροσκόπιο. Καμία αντίδραση του ιογόνου ιστού. Φυσικά. 
   Μα πως είναι δυνατόν να ήλπιζε ότι θα μπορούσε να βρει κάτι χρήσιμο σε ένα βιβλίο που είχε προφανώς γραφτεί εκατοντάδες χρόνια πριν? Ανόητη Χάτσικο! σκέφτηκε από μέσα της και δάγκωσε το κάτω χείλος της για αυτοτιμωρία. 
   Δοκιμή Νο 844: συγκόλληση του ιογόνου στελέχους με το αντιγόνο ΡΝ75. Καμία αντίδραση. Ξανά. 
  Έφερε στο νου της την φράση που δεν είχε τελείως αποκωδικοποιήσει -αν υπήρχε κάποιος λόγος αποκωδικοποίησης δλδ. 
"ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ Η ΖΩΗ ΤΟΥ, ΚΟΙΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΣ ΕΣΕΝΑ, ΧΑΤΣΙΚΟ, ΑΙΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ"
   Η Χάτσικο νόμιζε ότι φτιάχνοντας τη συνταγή, με κάποιον μαγικό τρόπο θα κατάφερνε να δει σαν σε καθρέφτη τη ζωή κάποιου προγόνου της και έτσι να μάθαινε κάτι νέο για την ίδια. Το μόνο που κατάφερε ήταν να βεβηλώσει ένα από τα πτώματα που κρατούσαν για έρευνα στο νεκροτομείο και να καταστρέψει μια ολοκαίνουρια χύτρα. Ξαναδάγκωσε στο ίδιο σημείο το χείλος της ώστε να πονέσει λίγο παραπάνω. 
   Ο Ακομούρο είχε αφήσει ανοιχτή την τηλεόραση να παίζει στο κανάλι της συνεχούς ενημέρωσης για την πορεία του ιού. Η Χάτσικο είχε κουραστεί να το βλέπει και πλέον δεν έδινε σημασία. Ναι, οι νεκροί αυξάνονταν εκθετικά. Ναι, τα κρούσματα πληθαίναν. Ναι, λίγοι φορούσαν μάσκα. Κάθε μέρα το ίδιο. Δεν περίμενε να δει κάτι νέο. Κι όμως κάτι νέο της κέντρισε την προσοχή.
   Σε μεγάλο κόκκινο πλαίσιο η έκτακτη είδηση έγραφε: "Άνδρας ντυμένος Νίντζα σκορπίζει τον θάνατο στο Τόκυο!" Μια δεύτερη περιγραφή από κάτω έγραφε: "Θύματά του φαίνονται να είναι όσοι δεν φοράνε μάσκα".
   Πάει, αποτρελάθηκε ο κόσμος, σκέφτηκε από μέσα της η Χάτσικο και ξαναγύρισε στην εργασία της.
   Σύνθεση Νο 845: συγκόλληση του ιογ.... Σταμάτησε να υπαγορεύει ξαφνικά. Θυμήθηκε μετά από χρόνια αυτό που της είπε η γριούλα στο σπιτάκι: "δεν είναι πάντα γραφτό, ό,τι σπάει να ξανακολλάει". 
   Ξεκίνησε τη νέα  σύσταση. Αυτή τη φορά αφού θα έσπαγε την πρωτείνη του ιογόνου, δε θα προσπαθούσε να την συγκολλήσει με το νέο αντιγόνο, αλλά θα το άφηνε να δει πως θα αντιδράσει από μόνο του. Αυτό βέβαια πήγαινε κόντρα σε κάθε έρευνα ή εφαρμογή που γνώριζε. Χαμένος χρόνος σκέφτηκε προς στιγμήν, αλλά από τη στιγμή που δεν είχε άλλη ιδέα, τι είχε να χάσει? 
   Δοκιμή Νο 845: επίδραση του αντίγονου ΡΝ76 στο πρωτεινικό στέλεχος. Κοίταξε μέσα στο μικροσκόπιο. Καμία αντίδραση. Φυσικά, σιγά μη δούλευε αυτό.
   Κοίταξε ξανά προς την τηλεόραση. Κάποιοι κάτοικοι -φορώντας μάσκα φυσικά- μπόρεσαν να πλησιάσουν τον μαυροφορεμένο άντρα και να τραβήξουν κοντινές φωτογραφίες του. Στο δεξί του χέρι κρατούσε το ξίφος με το οποίο αποκεφάλιζε όποιον δεν φορούσε μάσκα. Τους υπόλοιπους τους αγνοούσε. Οι σφαίρες των αστυνομικών έμοιαζαν να μην τον πετυχαίνουν, ή μάλλον αυτός φαινόταν να τις αποφεύγει με ταχύτατες κινήσεις όπως περιέγραφαν οι αυτόπτεις μάρτυρες. Ήταν τόσο γρήγορος που σε ένα δευτερόλεπτο είχε απομακρύνει πέντε διαφορετικά κεφάλια από πέντε ανυποψίαστους κατοίκους που περίμεναν στην ουρά για το πρωτοχρονιάτικο λαχείο χωρίς να φορούν μάσκα. 
   Η Χάτσικο ετοιμάστηκε να προχωρήσει στην επόμενη δοκιμή όταν είδε ότι η ένδειξη στο  φασματοσκόπιο πρασίνισε. Κοίταξε ξανά μέσα στο μικροσκόπιο. Η αντίδραση είχε πετύχει! Έτριψε τα μάτια της και ξανακοίταξε πιο προσεκτικά. Δεν είχε κάνει λάθος. Είχε βρει το εμβόλιο!! Έβγαλε μια κραυγή χαράς και έψαξε να βρει τον Ακομούρο να μοιραστεί τα νέα! Το βλέμμα της έπεσε πάλι στην τηλεόραση όπου τώρα έδειχνε βίντεο από τον άνθρωπο που είχε ντυθεί Νίντζα και σκορπούσε τον τρόμο. 
  Το βίντεο τον έδειχνε καθαρά να κρατά στο δεξί του χέρι το ξίφος και στο αριστερό ένα βιβλίο. Η Χάτσικο σταμάτησε να χαμογελά από έπαρση που είχε μόλις ανακαλύψει το εμβόλιο και άσπρισε ολόκληρη γιατί μόλις είχε αναγνωρίσει το βιβλίο που κρατούσε ο Νίντζα. 
   Ήταν ανοιγμένο στη σελίδα 76.

No2 by Cubelax: Sex Swing - Type II

 


Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

#3 by kostask: Modern Rituals - This is the History


   Ο Νακίτο ο Νίντζα είχε καταλάβει ότι κάτι συνταρακτικό θα συνέβαινε στο μέλλον και μόνο αυτός θα μπορούσε να το αποτρέψει. Δεν ήξερε τι ήταν αυτό, αλλά δεν τον ένοιαζε. Ένα πράγμα ήταν σίγουρο: με τις πράξεις του νόμιζε ότι βοηθούσε να επιζήσουν οι Νίντζα, αλλά κατάφερε το αντίθετο. Και τώρα είχε έναν νέο σκοπό: να επαναφέρει τους Νίντζα στον κόσμο, γιατί αυτοί είναι που θα τον σώσουν. Θα μπορούσε να διορθώσει το λάθος του. Πως όμως? 
   -"Γιατί νομίζεις είμαστε εμείς εδώ?", είπε ο Τένγκου μιλώντας πάντα με την εσωτερική του φωνή.
   -"Θέλεις να μου πεις ότι έχετε τρόπο να γυρίσω πίσω ζωντανός? Πως θα γίνει αυτό διάολε?! Πέθανα! Δεν πέθανα?", αποκρίθηκε ο Νακίτο ο Νίντζα μπερδεμένος.
   -"Εμείς δεν είμαστε τίποτα άλλο παρά βοηθοί. Κάποιος άλλος μας έστειλε εδώ να σε προετοιμάσουμε απλά" του είπε και του έδειξε τη στολή του διπλωμένη προσεχτικά πάνω σε ένα βωμό. 
   Ο Νακίτο ο Νίντζα πέταξε με μια κίνηση τη στολή στον αέρα και με ένα μόλις σάλτο μπήκε μέσα της. Ένιωσε... σαν στο σπίτι του. Κάτι έλειπε όμως. 
   -"Α ναι, ορίστε" είπε η Κιτσούνε και του έσπρωξε μπροστά τη μάσκα. 
   -"Τώρα ξέρω τι πρέπει να κάνω", είπε δένοντάς την στο κεφάλι του. 
   -"Βρήκα τον σκοπό μου!"
   Το τανούκι χτύπησε τρεις φορές το πόδι του στο πάτωμα, ακολουθούμενο από τρεις χτύπους της Κιτσούνε στον τοίχο. 
   "Να προσέχεις τους καθρέφτες" είπε η φωνή από μέσα του και είδε ένα πουλί να πετάει μέσα από την κοιλιά του και με το ράμφος του να χτυπάει τρεις φορές το ταβάνι του πάνλευκου δωματίου. Ξαφνικά, όλα σκοτείνιασαν ξανά και ο Νακίτο ο Νίντζα άρχισε να πέφτει και να πέφτει και να πέφτει στο κενό....
   Όταν ξύπνησε, κάτι πολύ γνώριμο σ'αυτόν ήταν ανοιγμένο στη σελίδα 76.
   

 

No3 by Cubelax: Metz - Atlas Vending

 


Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2020

#4 by kostask: Built to Spill - Plays the Songs of Daniel Johnston

 


   -"Εε..εγώ...είμαι η Ρέτσουκο"
   -"Χαίρω πολύ για τη γνωριμία δεσποινίς Ρέτσουκο!" απάντησε εύθυμα κάνοντας μια μικρή υπόκλιση.
   Η Ρέτσουκο ήταν καταμπερδεμένη. Ήταν πολύ μικρός όταν τον απήγαγαν για να τη θυμάται, σκέφτηκε. Πέρασαν και πολλά χρόνια από τότε. Δεν της έκανε εντύπωση αυτό. Αλλά τι εννοούσε όταν είπε ότι ο Νακίτο δεν είναι πια εδώ? Είχε αλλάξει όνομα? 
   -"Εσύ ποιος είσαι?"
   -"Οι φίλοι μου με φωνάζουν Χαγιάτε, δεσποινίς Ρέτσουκο. Ελπίζω να σας ξαναδούμε σύντομα. Όλοι μας", είπε και την βοήθησε να ανέβει πάνω στην άμαξα που θα την πήγαινε πίσω στη φάρμα. 
   Πέρασαν μέρες όπου η Ρέτσουκο προσπαθούσε να βρει τρόπο να ξαναπάει στον Ναό, αλλά αν δεν την καλούσαν, δεν επιτρεπόταν να πάει από μόνη της. Ανησυχούσε για τον Νακίτο και ήθελε να γνωρίσει καλύτερα ποιος είναι αυτός ο Χαγιάτε. Έπρεπε να σιγουρευτεί ότι είναι καλά. Την επόμενη βδομάδα, ήρθε ξανά η άμαξα για να πάρει τις κοπέλες που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον Ναό. Η Ρέτσουκο μόλις είχε βρει τον τρόπο. 
   Έβαλε το νέο της πανέμορφο μεταξωτό φόρεμα που της είχαν ράψει οι αδερφές της και φόρεσε στο λαιμό το στολίδι που είχε βρει στο ποτάμι. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Είχε ορκιστεί ότι θα έκανε τα πάντα για να σώσει τον Νακίτο. Η άμαξα για εκείνη την εβδομάδα μόλις είχε φτάσει.
   Στους Νίντζα απαγορεύεται ρητά οποιαδήποτε ρομαντική σχέση. Δηλώνει αδυναμία και πλήρη παρέκκλιση από τον Κώδικα των Νίντζα. Όμως, πάνω από όλα οι Νίντζα είναι πανούργοι και πρέπει να γνωρίζουν την αίσθηση της σαρκικής απόλαυσης όπως όλες τις υπόλοιπες αισθήσεις, ώστε να τις χρησιμοποιούν εναντίον των εχθρών τους όταν η περίσταση το απαιτεί. Η εβδομαδιαία επίσκεψη των κοριτσιών της φάρμας δεν ήταν παρά ένα ακόμα κομμάτι της εκπαίδευσης των μαθητευόμενων Νίντζα. Εκείνη η εβδομάδα ήταν η σειρά του Νακίτο του Νίντζα να μάθει μια νέα πολεμική τέχνη. 
   Ο Νακίτο ο Νίντζα μαζί με τους υπόλοιπους μαθητευόμενους υποδέχτηκαν τα κορίτσια με σχηματισμό διπλής φάλαγγας στην κεντρική πλατεία και τις οδήγησαν στην κεντρική αίθουσα. 
   Ο Νακίτο ο Νίντζα είχε μόνιμα το κεφάλι του σκυμμένο χαμηλά και προσπαθούσε να ξεκλέψει μόνο μερικές ματιές προς την πανέμορφη Ρέτσουκο που θυμήθηκε από την φορά που ήρθε να ξεγεννήσει την Μόσι-Μοσί. Ο Δάσκαλος έκανε τη μοιρασιά και φυσικά η μοίρα το έφερε έτσι ώστε η Ρέτσουκο να πάει με τον Νακίτο τον Νίντζα. Ευτυχώς που ο Νακίτο ο Νίντζα φορούσε τη μάσκα του και κανείς δεν μπορούσε να δει ότι είχε γίνει κατακόκκινος όσο προχωρούσαν μαζί προς το ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο με τους καθρέφτες. Ο Δάσκαλος τους είχε πει ότι έτσι θα μπορούν να μελετήσουν την νέα τεχνική από πολλαπλές γωνίες. Αφού μπήκαν μέσα και έκλεισαν την πόρτα, ο Νακίτο ο Νίντζα καθυστέρησε σκεφτόμενος τι θα της έλεγε και όταν εν τέλει γύρισε, δεν μπορούσε να αντικρύσει το κορίτσι στα μάτια. 
   -"Σου έραψα μια νέα μπέρτα ως δώρο. Είχες χρησιμοποιήσει τη φανέλα σου την προηγούμενη φορά που με έσωσες και θεώρησα ότι ήταν το λιγότερο που μπορούσα να κάνω", του είπε και του παρουσίασε μια πανέμορφη μαύρη μπέρτα. Αυτό ήταν το μοναδικό δώρο που θυμόταν να έχει πάρει ποτέ ο Νακίτο ο Νίντζα στη ζωή του, αν και δεν είχε καταλάβει τίποτα από ότι του είπε το κορίτσι. Δε θυμόταν να είχαν ξαναμιλήσει ποτέ. 
   -"Αριμπαφτοπφ", απάντησε ο Νακίτο ο Νίντζα γουρλώνοντας τα μάτια του αν και στο μυαλό του πίστευε ότι είχε πει ευχαριστώ. Αυτό προκάλεσε ένα αυθόρμητο χαριτωμένο γέλιο στην Ρέτσουκο και ένα "χεχε" από τον Νακίτο τον Νίντζα καθώς έξυνε αμήχανα το κεφάλι του. 
   -"Χαγιάτε είπαμε σε λένε, ε?", ρώτησε η Ρέτσουκο για να επιβεβαιωθεί και ξαφνικά ο Νίντζα απέναντί της σήκωσε το κεφάλι του κοιτώντας την στα μάτια. 
   Εκείνη την στιγμή η Ρέτσουκο αφαίρεσε το πανωφόρι της με αποτέλεσμα να φανεί το στολίδι στο λαιμό της. 
   -"Είσαι πιο όμορφη κι από τις δροσοσταλίδες της αυγής πάνω στα φύλλα ανθισμένης κερασιάς Ρέτσουκο. Χαίρομαι που ξανασυναντιόμαστε", είπε ο Χαγιάτε. 
   Ήταν η σειρά της Ρέτσουκο να κοκκινίσει. 
   -"Ας αρχίσουμε λοιπόν, ε? Τι λες?", συνέχισε ο Χαγιάτε και αφαίρεσε την θήκη με το ξίφος πρώτα πριν αρχίσει να βγάζει τα υπόλοιπα ρούχα του. Η καημένη η Ρέτσουκο πιάστηκε απροετοίμαστη, αλλά τον μιμήθηκε, ξεκινώντας με το στολίδι της στον λαιμό και ακουμπώντας το δίπλα από το ξίφος. Ξάπλωσαν και οι δύο στο κρεβάτι. Καθόλη τη διάρκεια ο Χαγιάτε την κοιτούσε στα μάτια, τυλίγοντάς την με γλυκά λόγια αγάπης. Προς το τέλος, η Ρέτσουκο διχασμένη ανάμεσα στην έκσταση και τις τύψεις, αναφώνησε:
   -"Είμαι η Ρέτσουκο! Και είσαι ο Νακίτο, ο χαμένος μου αδερφός!" γυρνώντας το βλέμμα της προς τους καθρέφτες που τους περικύκλωναν για να βγάλει μια δυνατή κραυγή. 
   Γιατί τώρα τους έβλεπε. Και τους τρεις.

No4 by Cubelax: Nation of Language - Introduction, Presence

 


Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020

#5 by kostask: Coriky - Coriky

 


   Ήταν δεκατριών τότε. Πίστευε ακόμα ότι υπήρχαν νεράιδες. Θυμάται τον εαυτό της όντως να πιστεύει ότι η γριούλα που είχε εμφανιστεί κι εξαφανιστεί μπροστά της ήταν νεράιδα. Προφανώς και δεν ήταν, αλλά ποιος θυμάται πρακτικές λεπτομέρειες σε τέτοια ηλικία? Όλοι μαθαίνουμε να ερμηνεύουμε με το δικό μας τρόπο αυτά που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε. Η Κίμικο για παράδειγμα, κάθε βράδυ πίστευε ότι αυτό που άκουγε κάτω από το κρεβάτι της ήταν καλικάντζαροι και κάθε επόμενο πρωινό εξιστορούσε τις περιπέτειές τους του στα άλλα κορίτσια. Όσο κι αν η Χάτσικο ήξερε ότι ήταν αρουραίοι οι οποίοι απλά επιδρομούσαν στα ψίχουλα του καλαμποκόψωμου που η Κίμικο πάντα έτρωγε στο κρεβάτι πριν κοιμηθεί. Η Κίμικο θα έχει μεγαλώσει τώρα και θα ξέρει ότι δεν ήταν καλικάντζαροι αυτό που άκουγε μικρή, αλλά κάτι ...άλλο, κάτι πραγματικό. Ήταν δεκατριών τότε, που να θυμάται η Χάτσικο τι πραγματικά συνέβη. Κάποια γριούλα που θα είχε ξεχάσει πως βρέθηκε εκεί, ανακάλυψε το σπιτάκι και της έδωσε το βιβλίο. 
   Αυτό είχε μάθει να πιστεύει η Χάτσικο -μια επιστήμονας!- όταν πέρασαν τα χρόνια. Ότι όντως υπήρχε κάποιος λογικός τρόπος να ήρθε αυτό το βιβλίο στα χέρια της. Αλλά τώρα ένιωθε μπερδεμένη όσο ποτέ άλλοτε. Πως μπορούσε να εξηγήσει ότι το όνομά της ήταν γραμμένο σε ένα παλιό βιβλίο με αρχαίες ιστορίες και κώδικες, που... έμοιαζε να τη ρωτάει? Κάποια λογική εξήγηση θα υπάρχει σίγουρα, οπότε συνέχισε να μελετάει και τις υπόλοιπες σελίδες για να διαπιστώσει λίγο μετά μια νέα φράση. Αυτήν τη φορά ήταν γραμμένη κάτω από ένα κεφάλαιο που αναφερόταν στην αιώνια ζωή των Νίντζα και ότι κανείς τους δεν πέθαινε ποτέ πραγματικά, αλλά μόνο σκοτωνόταν. Έγραφε: 
"ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ Η ΖΩΗ ΤΟΥ, ΚΟΙΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΣ ΕΣΕΝΑ, ΧΑΤΣΙΚΟ, ΑΙΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ". 
   Ανατρίχιασε. Δεν ήξερε τι να σκεφτεί. Ήξερε όμως που θα έβρισκε τα υλικά που αναφέρονταν στη σελίδα. Το εργαστήριο είχε και νεκροτομείο.

No5 by Cubelax: Vile Creature - Glory, Glory! Apathy Took Helm!


 

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2020

#6 by kostask: Shell of a Shell - Away Team


   Ο Νακίτο ο Νίντζα είχε εκπαιδευτεί ώστε να είναι προετοιμασμένος πάντα, για τα πάντα. Βρισκόταν μόνιμα σε εγρήγορση ώστε η έκπληξη να είναι άγνωστη αίσθηση γι' αυτόν. Ακόμα και όταν συνειδητοποίησε ότι έκρυβε μια άλλη προσωπικότητα μέσα του, ακόμα και όταν ένα τανούκι του μιλούσε, ακόμα και όταν είχε φτερά και πετούσε. Αυτό για το οποίο δεν τον είχε προετοιμάσει κανείς όμως, ήταν αυτό που έβλεπε με τα ίδια του τα μάτια καθώς πετούσε πάνω από έναν κόσμο που δεν ήταν ο δικός του. Έβλεπε κτίρια -κάστρα?- ψηλά ως τον ουρανό, το ένα δίπλα στο άλλο και όλα μαζί να σχηματίζουν ένα χαλί που έφτανε ως την άκρη του ορίζοντα και έμοιαζε να μπαίνει μέσα στη θάλασσα. Είχε μόλις αρχίσει να σουρουπώνει, κι όμως: τα φώτα που έβγαιναν από το χαλί ήταν εκτυφλωτικά. Περισσότερα φώτα -φωτιές?- απ' όσα αστέρια είχε ο ουρανός που ήξερε. Άλλαξε πορεία για να μπορεί να βλέπει καλύτερα. Εκεί που επιτέλους φάνηκε να τελειώνει το χαλί με τα κτίρια, άρχισε να βλέπει κάτι που έμοιαζε με πολλούς μικρούς λόφους. Κατέβηκε χαμηλότερα ώστε να μπορέσει να διακρίνει τις στοίβες με τα πτώματα. Ατελείωτα βουνά από πτώματα ανθρώπων. Σίγουρα το αποτέλεσμα κάποιας σημαντικής μάχης σκέφτηκε από μέσα του. 
   -"Κι όμως, όχι." ακούστηκε η φωνή από μέσα του. 
   -"Τι είναι αυτό που βλέπω? είναι κάποιο όραμα?"
   -"Το όραμα δεν άρχισε ακόμα. Τώρα αρχίζει", απάντησε η φωνή και ξαφνικά έγινε μέρα. Δεν πετούσε πλέον, αλλά βρισκόταν στην κορυφή ενός λόφου με θέα... δεν μπορούσε να καταλάβει τι έβλεπε. Του έμοιαζε να είναι μέσα στο χαλί που παρατηρούσε πριν, αλλά πολύ διαφορετικό αυτή τη φορά. Ήταν όντως κτίρια αυτά που είχε δει, περίεργα, ίσια και χωρίς τείχη. Αλλά φαίνονταν όλα ερειπωμένα, κατεστραμμένα. Σαν αυτοί που έμειναν εδώ να αποφάσισαν μια μέρα να φύγουν και να μην ξαναγυρίσουν. Υπήρχαν και δρόμοι ανάμεσα στα κτίρια, ατελείωτοι λαβύρινθοι. Όλοι άδειοι χωρίς κανένα ίχνος ανθρώπου. 
   -"Εξήγησέ μου. Τι πρέπει να καταλάβω από αυτό που μου δείχνεις?!", ρώτησε στον αέρα.
   -"Εμένα ρωτάς? Εσύ το έκανες, ή μαλλον θα το έχεις κάνει", απάντησε η φωνή.
   -"Τι εννοείς άτιμε?!
   -"Τι νομίζεις ότι κατάφερες όταν σκότωσες τον 97ο? Όταν σκότωσες εσένα?
   -"Μα ήθελε το τέλος τον Νίντζα! Σκοτώνοντάς τον, έδωσα ελπίδα να συνεχίσουν να ζουν!"
   -"Κι όμως, σκοτώνοντάς τον, σκότωσες τον τελευταίο Νίντζα, Νακίτο." 
   -"Μα...πως..."
   -"Τέλος χωρίς σκοπό, σκοπός χωρίς τέλος."
   Όταν ξύπνησε ξανά, τα φτερά του δεν υπήρχαν πια. Το τανούκι ακόμα καθάριζε τη γούνα του. 
   -"Ίσως να είναι έτοιμος τώρα", είπε στην Κιτσούνε και έσκασαν και οι τρεις στα γέλια. 
  

No6 by Cubelax: Slift - Ummon




 

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2020

#7 by kostask: Shifting - It was Good


   Ήταν δύσκολη η γέννα. Και όσο κι αν χάρηκε που κατάφερε να σώσει το μοσχαράκι, έκλαψε για τη Μόσι-Μοσί. Συνειδητοποίησε ότι ήταν γεμάτη αίματα και πήγε να πλυθεί στην κεντρική βρύση της αυλής του Ναού, καθώς απαγορευόταν ρητά σε όλες τις γυναίκες να περάσουν την  κεντρική πόρτα. Πολλοί μαθητευόμενοι έφηβοι είχαν μαζευτεί και παρακολουθούσαν από μακρυά την Ρέτσουκο σπρώχνοντας με τον αγκώνα ο ένας τον άλλον και χαχανίζοντας φωνήεντα. Η ομορφιά της ήταν απαράμιλλη. Αλλά πάνω απ όλα ήταν κορίτσι, που σήμαινε ότι ήταν διαφορετική. Αυτό θα φάνηκε σαν καλός λόγος για τον Ινοκίσι να στοχεύσει τον ποδόγυρο του φουστανιού της με το βέλος του καθώς η καημένη η Ρέτσουκο έσκυβε για να πλυθεί, με αποτέλεσμα να κοπεί το κουμπί της δεξιάς τιράντας της και -αλίμονο!- να φανεί λίγο από το γυμνό δέρμα του ώμου της. Η ντροπή για την Ρέτσουκο ήταν ανυπολόγιστη. Όλοι είχαν μείνει ακίνητοι και άναυδοι. Για 1-2 δεύτερα επικράτησε απόλυτη σιωπή, μέχρι να ακουστεί η κραυγή του Ινοκίσι. Το πρώτο σούρικεν καρφώθηκε στο δεξί του μάτι, το δεύτερο στο αριστερό και το τρίτο σφηνώθηκε ανάμεσα στον δείκτη και στον παράμεσο του χεριού του, αυτό που χρησιμοποιούσε στην τοξοβολία. Ο Δάσκαλος που παρακολούθησε την σκηνή από μακρυά απλά γέλασε και γύρισε πίσω στο μοσχάρι. Κανείς δεν βοήθησε τον Ινοκίσι που συνέχιζε να σφαδάζει από τον πόνο. Ο νεαρός που μόλις είχε τιμωρήσει τον Ινοκίσι έτρεξε να σκεπάσει την Ρέτσουκο βγάζοντας τη φανέλα που φορούσε και καλύπτοντας τον ώμο της. Η Ρέτσουκο μέσα στα δάκρυα απλά τον ακολούθησε όσο την φυγάδευε μακρυά από τις λαίμαργες ματιές των υπολοίπων. Έτσι σκυμμένη καθώς ήταν, μπόρεσε να διακρίνει μια μικρή θήκη περασμένη στο ζωνάρι του. Αναγνώρισε εύκολα το μικρό ξίφος που είχε έρθει στο καλάθι μαζί με το μικρό βρέφος στο σπίτι της. Τον είχε βρει! 
   -"Νακίτο?? Εσύ?!", φώναξε και σηκώθηκε απότομα να αντικρύσει αυτόν που έψαχνε τόσα χρόνια! 
Ο νεαρός γύρισε με κρύα μάτια να την κοιτάξει. Για μια στιγμή, της φάνηκε ότι τα μάτια του ήταν κόκκινα. 
   -"Ο Νακίτο δεν είναι πια εδώ", είπε μέσα από τα δόντια του. "Εσύ ποια είσαι?"
  

No7 by Cubelax: The Strokes - The New Abnormal


 

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

#8 by kostask: Thurston Moore - By the Fire

 


   Το βιβλίο ήταν γραμμένο στην αρχαία γλώσσα και τη δυσκόλευε πολύ να το κατανοήσει. Κάθε γραμμή απαιτούσε και επίσκεψη στη βιβλιοθήκη. Μετά από μήνες μελέτης, άρχισε να καταλαβαίνει ότι το βιβλίο ήταν κάτι σαν εγχειρίδιο για πολεμιστές της εποχής. Μια σειρά από ατελείωτους κανόνες, ο Κώδικας των Νίντζα. Η Χάτσικο θα χρειαζόταν χρόνια για να αποκρυπτογραφήσει ό,τι περιλάμβανε, αλλά έδειξε από την αρχή ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα μέρη που αναφέρονταν στο γιόγκεν, στις χημικές τεχνικές που ακολουθούσαν οι Νίντζα ώστε να κατασκευάζουν δηλητήρια, φίλτρα αλήθειας, ακόμα και βόμβες καπνού. Η Χάτσικο απέκτησε εμμονή με αυτές τις τεχνικές και προσπάθησε αμέτρητες φορές να πειραματιστεί μαζί τους. Ανεπιτυχώς βέβαια τις περισσότερες φορές, καθώς πάνω από τα μισά υλικά δεν μπορούσε να τα κατανοήσει ή να τα βρει, οπότε πειραματιζόταν με νέα. Μια φορά, είχε δοκιμάσει να φτιάξει ένα ήπιο δηλητήριο που -σύμφωνα με τις οδηγίες τουλάχιστον- προκαλούσε έντονη φαγούρα σ' αυτόν που το έπινε μαζί με το τσάι του. Βέβαια οι οδηγίες δεν έλεγαν ακριβώς ποιο είδος περίγιας έπρεπε να χρησιμοποιηθεί, οπότε η Χάτσικο επέλεξε το κοινό σίσο. Το δοκίμασε στον εαυτό της και αφού πέρασαν αρκετές ώρες, δεν είδε κανένα αποτέλεσμα και υπέθεσε ότι απλά δεν είχε πετύχει. Την επόμενη μέρα, όταν η κα. Ατσούκο παρέδιδε το τελευταίο κεφάλαιο στη Χημεία, η Χάτσικο άρχισε να γελάει χωρίς λόγο. Δεν μπορούσε να σταματήσει ούτε όταν η κα. Ατσούκο την πήγε στην διευθύντρια, ούτε όταν από την απελπισία τους τρεις μέρες μετά κάλεσαν έναν γιατρό να την εξετάσει και τρεις ιερείς να την εξορκίσουν. Πέρασαν δυο βδομάδες έτσι. Η Χάτσικο ξεκαρδιζόταν στα γέλια ακόμα και όταν αποκαμωμένη την έπαιρνε ο ύπνος. Τα υπόλοιπα κορίτσια στο ορφανοτροφείο την μίσησαν γιατί δυο βδομάδες καμιά τους δεν έκλεισε μάτι. Η Χάτσικο ποτέ δε μοιράστηκε το μυστικό της, απλά αποφάσισε ότι η Χημεία και η Βιολογία της άρεσαν πολύ και αποφάσισε να τα σπουδάσει. Ήταν τόσο καλή μάλιστα, που κατάφερε να πάρει το δίπλωμά της με αριστείες δυο χρόνια νωρίτερα από την κανονική διάρκεια σπουδών. Το βιβλίο το είχε πάντα μαζί της και όλο και ξέκλεβε χρόνο να το μελετά στη βιβλιοθήκη. Είχε φτάσει σε ένα σημείο που τη δυσκόλευε πολύ για καιρό και δεν κατανοούσε τα υλικά που χρειαζόταν. Ζήτησε τη βοήθεια ενός γνωστού της διδάκτορα πάνω στην αρχαία γλώσσα ο οποίος την καθοδήγησε στην μετάφραση. Το μυστικό ήταν ότι έπρεπε να διαβάσει τη συγκεκριμένη φράση διαγώνια και όχι κάθετα. Άρχισε να βάζει τα σύμβολα στη σειρά, μόνο για να αρχίσει να τα κοιτάει στην αρχή ερωτηματικά και στη συνέχεια με έκπληξη και τρόμο όταν συνειδητοποίησε την φράση που είχε σχηματιστεί. Η φράση έλεγε: "ΧΑΤΣΙΚΟ, ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΣΟΥ?" 

No8 by Cubelax: Holy Fuck - Deleter


 

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

#9 by kostask: Other Lives - For Their Love

 


   Ο δυνατός αέρας τον ενοχλούσε και δεν μπορούσε να ανοίξει πλήρως τα μάτια του. Ένιωθε ότι έπεφτε αιωνίως γρήγορα με το κεφάλι κάτω.  Ο Νακίτο ο Νίντζα θυμήθηκε ότι έβλεπε τέτοια όνειρα όταν ήταν μικρός στον Ναό, συνήθως μετά από εκπαιδεύσεις αντοχής, όπως αυτή όπου έπρεπε να κρατάει ισορροπία με το ένα πόδι πάνω σε ένα ατάιστο γουρούνι για 2 μερόνυχτα με δεμένα τα μάτια. Αν έπεφτε από το γουρούνι, τότε ο Δάσκαλος θα πρόσθετε 1 μερόνυχτο ακόμα. Θυμήθηκε τον κακόμοιρο τον Μπουτά Νι ο οποίος πέρασε δυο χρόνια πάνω στο γουρούνι. Ήταν άτσαλος ο καημένος και δεν μπορούσε να ολοκληρώσει την άσκηση. Η μόνη του τροφή ήταν φασόλια σόγιας τα οποία τα έτρωγε από την ταίστρα των υπόλοιπων γουρουνιών και έπινε από το λασπωπένο νερό τους. Δεν επιτρεπόταν να τα παρατήσει και σε κανέναν δεν επιτρεπόταν να τον βοηθήσει, ούτε να του απευθύνει το λόγο. Στο τέλος ξέχασε να μιλάει και ανέπτυξε ένα σύστημα μουγγριτών που φαινόταν να γίνονται αντιληπτά από τα γουρούνια. Η τελευταία φορά που είδαν τον Μπουτά Νι ήταν να ισορροπεί με το αριστερό του πόδι σε ένα γουρούνι και το δεξί του σε ένα άλλο, μουγγρίζοντας κάτι απόκοσμους ήχους και οδηγώντας τα γουρούνια που τον ακολυθούσαν να σπάσουν τον φράχτη και να αμοληθούν στην κοιλάδα ελεύθερα. Κανείς δεν τον ξαναείδε ποτέ και από εκείνη τη μέρα δεν ξανάφαγαν χοιρινό στον Ναό. 
   Αλλά το όνειρο κάποια στιγμή τελείωνε. Αυτή η πτώση τώρα φαινόταν ατελείωτη. Πήγε να φέρει το χέρι ώστε με αυτό να καλύψει τα μάτια του από τον αέρα μπας και καταφέρει να δει καλύτερα. Το μόνο που κατάφερε ήταν να χτυπήσει το πρόσωπό του δυνατά με το φτερό του. 
   -"Θα χρειαστείς λίγη εξάσκηση", ακούστηκε να λέει η φωνή μέσα του, "αλλά αν δεν ανοίξεις σύντομα τα φτερά σου, αυτή η μαύρη κουκκίδα που αχνοβλέπεις χαμηλά θα σε πονέσει λίγο με την σκεπή της".
   Ο Νακίτο ο Νίντζα θυμήθηκε πως κατάφερε τελικά να περάσει επιτυχώς της δοκιμασία του γουρουνιού και προσπάθησε να κάνει το ίδιο: γύρισε τον εαυτό του κάθετα στον αέρα και σήκωσε το ένα του πόδι. Άνοιξε τα χέρια του -τα φτερά του- διάπλατα και προσπάθησε να συγκεντρωθεί στην σκέψη του Ενός, την τεχνική που του είχε μάθει ο Χαγιάτε. Η πρώτη προσπάθεια απέτυχε γιατί συνέχισε να πέφτει απότομα. Συγκεντρώθηκε περισσότερο: μια σκέψη ήθελε, μια που να υπερέχει όλων των άλλων. Σκέφτηκε τη Ρέτσουκο. Ξαφνικά, ένιωσε τον αέρα να μην τον ενοχλεί πολύ και τον θόρυβο από την πτώση να μειώνεται. Κατάφερε να ανοίξει πάλι τα μάτια του για να δει ότι όντως πετούσε! Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι όντως πετού... 
   Τα φτερά είχαν ανακόψει κάπως την πτώση, αλλά η σκεπή του σπιτιού από κάτω δεν είχε αλλάξει θέση. Ο Νακίτο ο Νίντζα είχε διασχίσει την ξύλινη σκεπή και είχε βρεθεί στο πάτωμα ημιλιπόθυμος. Μούγγρισε από τον πόνο, αλλά θα μπορούσε να ήταν χειρότερα. 
   -"Α ναι, ξέχασα να σου πω ότι έπρεπε να στρίψεις", του είπε η φωνή από μέσα του και ο Νακίτο ο Νίντζα σαν να την άκουσε να πνίγει ένα χαιρέκακο γέλιο. 
   -"Σήκω, δεν έχουμε χρόνο για να τεμπελιάζεις. Έχω πολλά να σου δείξω".
   
   

No9 by Cubelax: Bdrmm- Bedroom

 


Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020

#10 by kostask: Throwing Muses - Sun Racket


   Από σεβασμό που την είχε σώσει, η Ρέτσουκο δεν ρώτησε ποτέ την γριά πως ήξερε το όνομά της. Αφού η γριά την παρέδωσε στην αρχι-οικονόμο της φάρμας, της χάιδεψε τα μαλλιά με στοργή και απλά της είπε:
   -"Όταν με ξαναχρειαστείς, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να κοιτάξεις προς τον ήλιο" και της έδωσε πίσω το βιβλίο που κουβαλούσε για να μη βαρύνει κι άλλο ο πληγωμένος της ώμος. 
   Οι τρεις χειμώνες στη φάρμα πέρασαν γρήγορα. Τα κορίτσια την είχαν υποδεχθεί σαν μια δική τους από την πρώτη μέρα. Καμιά τους δεν ρώτησε ποτέ τι έκανε μόνη της στην καμμένη Γη, καμιά τους δεν ρώτησε ποτέ γιατί δεν πάει σπίτι της. Ήταν μια ακόμη σαμπουρούκο, ήταν μια από αυτές. Κανένα κορίτσι δεν μιλούσε ποτέ για το τι έκανε - τι χρειάστηκε να κάνει - η καθεμιά τους εκείνη την εποχή. Ό,τι δεν έλεγε το στόμα τους, το έλεγαν τα μάτια τους κι αυτό έμοιαζε πάντα να ήταν αρκετό για τη Ρέτσουκο. Μπορεί να ήταν ορφανή, αλλά η Ρέτσουκο είχε βρει μια νέα οικογένεια μαζί τους. Όσο κι αν ήξερε μέσα της βέβαια ότι αυτό δε θα κρατούσε για πάντα. Είχε έναν σκοπό κι αυτός δε θα άλλαζε ποτέ, όχι μετά τον όρκο της. Αλλά από τη στιγμή που δεν είχε κανένα στοιχείο να ακολουθήσει πλέον, δεν είχε κάτι καλύτερο να κάνει από το να περιμένει. "Νακίτο, πρόσεχε τον εαυτό σου μέχρι να σε βρω", προσευχόταν κάθε βράδυ.
   Το κάθε κορίτσι έκανε διάφορες εργασίες μέσα στη φάρμα, ανάλογα με το ταλέντο που είχε. Κάποια θα έπλεκαν ρούχα, άλλα θα ασχολούνταν με τις καλλιέργειες, άλλο θα κεντούσε καλύμματα τοίχων. Υπήρχαν και κάποια άλλα κορίτσια, λίγο μεγαλύτερα, που προσέφεραν υπηρεσίες εκτός φάρμας. Μια φορά την εβδομάδα ερχόταν μια άμαξα και θα τις έπαιρνε μακρυά. Μετά από 2-3 μέρες η ίδια άμαξα θα τις ξαναγυρνούσε. Με την επιστροφή τους, τα υπόλοιπα κορίτσια θα τις υποδέχονταν κρατώντας λουλούδια στα χέρια και τραγουδώντας το τραγούδι Τοριάνσε. Χωρίς να σταματούν το τραγούδι, θα τις έπαιρναν από το χέρι και θα τις οδηγούσαν στο ποτάμι, όπου θα τις έπλεναν σαν αρχόντισσες. 
   Η Ρέτσουκο είχε μεγάλη αγάπη για τα ζωντανά και ήταν υπεύθυνη για όλα τα ζώα της φάρμας. Είχε γίνει μάλιστα τόσο καλή, που άρχισαν να έρχονταν από τα γύρω χωριά να ζητήσουν τη βοήθειά της όταν τα ζώα τους είχαν κάποιο πρόβλημα υγείας. Η Ρέτσουκο δε θα έλεγε ποτέ όχι σε βοήθεια ενός ζώου. 
   Ήταν Αύγουστος θυμάται όταν είχε έρθει η νέα άμαξα για εκείνη την εβδομάδα. Αφού η Ρέτσουκο τάισε τα άλογα και είδε τις αδερφές της να ανεβαίνουν στην άμαξα, ξεκίνησε να μπει πίσω στη φάρμα. Τότε ακούστηκε η φωνή του αμαξά:
   -"Εσύ δεν είσαι που ξέρεις από ζώα? Ο Δάσκαλος έδωσε διαταγή να έρθεις κι εσύ μαζί μας στο Ναό. Η Μόσι-Μοσί είναι έτοιμη να ξεγεννήσει"
   

 

No10 by Cubelax: Cable Ties - Far Enough


 

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

#11 by kostask: Straw Man Army - Age of Exile


   Η Χάτσικο διστακτικά σήκωσε το χέρι της και χαιρέτισε την γριούλα. Δεν την είχε ξαναδεί στο ορφανοτροφείο, θα τη θυμόταν. Μα πως μπορούσε να είναι θεόστεγνη μέσα στην καταιγίδα? Δεν είδε να κρατάει ομπρέλα. Την προσκάλεσε μέσα στο σπιτάκι, την κάθισε στην μοναδική καρέκλα και της πρόσφερε λίγο από το τσάι που είχε κρυώσει βέβαια, αλλά καλύτερο από το τίποτα σκέφτηκε η Χάτσικο. Η γριούλα είχε πολύ συμπαθητικό και χαμογελαστό πρόσωπο, όμως καταλάβαινες ότι είχε περάσει πολλά στη ζωή της.  Οι βαθιές χαρακιές δε λένε ποτέ ψέματα. 
   -"Έχεις τα μάτια του", είπε η γριούλα. 
   Πάει, το χασε η καημένη, σκέφτηκε από μέσα της η Χάτσικο. Θα με μπερδεύει με καμια μακρυνή εγγονή της. 
   -"Γιαγιούλα, αν θέλεις να περιμένουμε λίγο και όταν κοπάσει η βροχή θα πάμε στο κεντρικό κτίριο να πάρουμε τηλέφωνο. Εντάξει? όλα καλά θα πάνε. Έχεις κάποιον να πάρεις τηλέφωνο?"
  -"Θα σου δώσω αυτό εδώ το βιβλίο Χάτσικο", είπε η γριούλα και της φανέρωσε ένα παλιοκαιρισμένο, ξεφτισμένο βιβλίο. "Το τι θα το κάνεις, είναι δική σου απόφαση". 
   -"Μην ανησυχείς γιαγιούλα, σε λίγα λεπτά θα κοπάσει η βροχή και θα... Μα, πως ξέρεις το όνομά μου? δε θυμάμαι να σου το είπα."
   -"Είσαι η Χάτσικο. Η Χάτσικο που δεν γνώρισε ποτέ τους γονείς της, ή τους παππούδες της."
   -"Μα πως... δλδ...?"
   -"Αυτό το βιβλίο θα σου δώσει τις απαντήσεις που ψάχνεις όλη σου τη ζωή. Όμως η μελέτη του απαιτεί θυσίες μικρή μου. Ο σκοπός μου έλαβε τέλος. Θα σε αφήσω με αυτό: δεν είναι πάντα γραφτό, ό,τι σπάει να ξανακολλάει", είπε η γριούλα και αμέσως το φλιτζάνι με το τσάι που κρατούσε έπεσε στο πάτωμα σπάζοντας σε χίλια κομμάτια. Η Χάτσικο αυθόρμητα κοίταξε το φλιτζάνι και, για μια φευγαλέα στιγμή, το μόνο που σκέφτηκε ήταν πως θα καταφέρει να μαζέψει όλα τα κομμάτια. Όταν αμέσως μετά σήκωσε το βλέμμα της, είδε μόνο την πλάτη της καρέκλας. 
   Είχε σταματήσει να βρέχει.


 

No11 by Cubelax: Akhlys - Melinoë

 


Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020

#12 by kostask: Einstürzende Neubauten - Alles in Allem


   Δεν είχε καταλάβει ακόμα αν δεν έβλεπε τίποτα επειδή όντως δεν υπήρχε καθόλου φως ή επειδή ή όρασή του δεν είχε ακόμα προσαρμοστεί. Σε κάθε περίπτωση, ο Νακίτο ο Νίντζα για πρώτη φορά γεύτηκε το σκοτάδι. Το σκοτάδι, που πάντα ήταν ο καλύτερός του φίλος, τώρα τον έπνιγε στον λαιμό. Το στόμα του είχε στεγνώσει, τα χείλη του είχαν κολλήσει μεταξύ τους και ένιωσε τη μύτη του να ...αλλάζει. Σήκωσε το χέρι του για να την αγγίξει, όταν άκουσε τη βαθιά, μπάσα φωνή να του μιλάει από ευθεία μπροστά του, αλλά ταυτόχρονα και από μέσα του. Ένας μαύρος καθρέφτης εμφανίστηκε μπροστά του. 
   -"Αν μπορείς να με δεις, θα δεις εσένα. Αλλά αν δεις εσένα, δε θα μπορείς να με δεις.", είπε η φωνή  μέσα από τον καθρέφτη και ενώ ήξερε ότι η φωνή βγήκε από τον ίδιο, δεν είδε το περίεργο στόμα να κινείται στον καθρέφτη.
   -"Τέλος χωρίς σκοπό, είναι σκοπός χωρίς τέλος", είπε πάλι η φωνή. Πάλι δεν φάνηκε κανένα στόμα να κινείται στον καθρέφτη. 
   Όταν ξύπνησε, ο Νακίτο ο Νίντζα είχε φτερά.
 

 

No12 by Cubelax: HMLTD - West of Eden


 

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2020

#13 by kostask: Sex Swing - Type II

 


   Περιπλανιόταν για μέρες και βδομάδες στην καμμένη γη. Κανένα ίχνος του Νακίτο. Υπήρξαν φορές που έφτασε κοντά στην ομάδα των μαυροφορεμένων ανδρών, αλλά σε μια στιγμή εξαφανίζονταν χωρίς ίχνη. Είχαν περάσει μήνες από την τελευταία φορά όμως. Μέχρι και ο κόσμος γύρω της άλλαζε. Άρχισε να βλέπει όλο και λιγότερα καμμένα χωράφια από εκεί που περνούσε, όλο και περισσότερους αγρότες να βγαίνουν δειλά και να καλλιεργούν ξανά τη γη τους. Μια μέρα πέρασε από ένα χωριό και άκουσε γέλια παιδιών! Έκπληκτη, έψαξε να τα εντοπίσει και όταν τα βρήκε, απλά κάθισε σε ένα βράχο και τα κοιτούσε όσο αυτά έπαιζαν για ώρα, μέχρι που τα παιδιά άρχισαν να της πετούν κοτρώνια μπερδεύοντάς την με ένα κουνάβι. Η Ρέτσουκο έτρεξε να κρυφτεί στην κοίτη του ποταμού που βρισκόταν εκεί κοντά και κοιτώντας την αντανάκλασή της στο νερό, κατάλαβε γιατί. Οι κακουχίες την είχαν όντως μετατρέψει σε ένα πλάσμα που περισσότερο σε κουνάβι έμοιαζε παρά σε ένα 13χρονο κορίτσι. Κοίταξε γύρω της να βεβαιωθεί ότι κανείς δεν ήταν τριγύρω και έβγαλε τα ρούχα της. Της κόπηκε η ανάσα όταν μπήκε στο παγωμένο νερό, αλλά για πρώτη φορά μετά από καιρό, ένιωθε κάτι πραγματικά. Για πρώτη φορά μετά από καιρό έκλεισε τα μάτια και αφέθηκε. Δεν ήταν μπάνιο αυτό, κάθαρση της ψυχής ήταν! Πήρε μια βαθιά ανάσα και βούτηξε κάτω από το νερό. Εκεί ανάμεσα σε κάτι βράχια του βυθού και έναν φρύνο είδε κάτι που γυάλιζε. Ανοιγόκλεισε τα μάτια της για να σιγουρευτεί τι ήταν αυτό που γυάλιζε και αποφάσισε να κολυμπήσει προς τα κει. Το πήρε στα χέρια της και βγήκε στην επιφάνεια να το περιεργαστεί. Έμοιαζε με ένα παλιό στολίδι. Χαρούμενη από την αναπάντεχη ανακάλυψή της, δεν πρόσεξε ότι δύο από τα αγόρια που έπαιζαν πριν της έκλεβαν τα ρούχα της. Έβγαλε μια κραυγή να τα τρομάξει και έκανε να τρέξει πίσω στην όχθη, μόνο για να συνειδητοποιήσει ότι ήταν τελείως γυμνή και ντρεπόταν. Άτιμα κωλόπαιδα! θα το πληρώσετε αυτό! Αυτά απλά χασκογελούσαν με την σκανδαλιά τους και δεν πρόσεξαν με τη σειρά τους τη μαγκούρα που τους ήρθε κατακέφαλα. Ήταν ακόμα ζαλισμένα και δεν είχαν καταλάβει τι είχε συμβεί όταν η δεύτερη μαγκουριά τους βρήκε στην κοιλιά και τους δύο. Τότε είδαν τη γριά να ετοιμάζεται να τους φιλοδωρήσει με μια τρίτη, όταν τους είπε με πολύ ήρεμη φωνή:
   -"Αφήστε τα ρούχα κάτω και φύγετε, εκτός κι αν θέλετε η τρίτη να σας βρει εκεί από όπου δε θα μπορείτε να κατουράτε για 2 μήνες." 
   Τα αγόρια κοίταξαν το ένα το άλλο τρομοκρατημένα και αμέσως εξαφανίστηκαν. 
   -"Έλα, βγες Ρέτσουκο", είπε στην Ρέτσουκο και της πρόσφερε να φορέσει τα ρούχα της. Πρέπει να ζεσταθείς και να φας. Τα υπόλοιπα κορίτσια πίσω στη φάρμα θα χαρούν πολύ να σε γνωρίσουν. 

No13 by Cubelax: Crack Cloud - Pain Olympics

 


Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2020

#14 by kostask: Mountain Caller - Chronicle I: The Truthseeker

 


   Ο σταθμός του τρένου ήταν γεμάτος. Πάλι. Κοίταξε τον συννεφιασμένο ουρανό, το πήγαινε για καταιγίδα. Χα, λες και ήταν καμια έμπειρη μετεωρολόγος για να γνωρίζει αν θα βρέξει. Αποφάσισε να πάει με τα πόδια, είχε αργήσει ούτως ή άλλως άρα γιατί να το ρισκάρει? Μετά από 5 λεπτά άρχισε να βρέχει δυνατά. Τα ρούχα της είχαν γίνει μούσκεμα, η ποδιά της κολλούσε πάνω στο τεχνητό της πόδι και την έκανε να νιώθει άβολα τώρα που δεν μπορούσε να το κρύψει ως συνήθως. Θυμήθηκε ότι έβρεχε κι εκείνη τη μέρα στο ορφανοτροφείο, την μέρα που πίστεψε οτι η ζωή της είχε αλλάξει. 
   Κάθε μαθήτρια στα 13 της είχε το δικαίωμα επιλογής μιας τέχνης και η Χάτσικο είχε επιλέξει το Κιντσούγκι. Της είχε φανεί ειρωνικά ταιριαστό. Είχε γίνει πολύ καλή μάλιστα σ'αυτό. Σε έναν μαθητικό διαγωνισμό είχε κερδίσει την 1η θέση και το βραβείο των 350 γραμμαρίων χρυσού το οποίο θα της έφτανε για τουλάχιστον έναν χρόνο νέων εκθεμάτων! Εκείνη την χρονιά είχε πάθει ψύχωση με κάθε τι σπασμένο: με το που έπεφτε ένα ποτήρι από τους δίσκους των άλλων κοριτσιών καθώς στριμώχνονταν στη ουρά της τραπεζαρίας, η Χάτσικο έτρεχε σαν τρελή να απομακρύνει τους πάντες ώστε να προλάβει να μαζέψει τα κομμάτια. Στην ξέφρενη πορεία της συνήθως έσπρωχνε άτσαλα όποια έβρισκε στο διάβα της με αποτέλεσμα πολλά κορίτσια να τη μισήσουν και κάθε βράδυ να αφήνουν μασημένες τσίχλες στα μαλλιά της όσο αυτή κοιμόταν. Δεν την ένοιαζε, αρκεί να μην έσπαζε κάτι και πετούσαν τα κομμάτια του στα σκουπίδια. Εκεί, όντως κοκκίνιζε από τον θυμό της και συνήθιζε να αφαιρεί το τεχνητό της πόδι και μ αυτό να κυνηγάει ολόκληρες παρέες αλαλαζόντων κορασίδων με κουτσό. Δεν ήταν και πολύ συμπαθής στο ορφανοτροφείο. Αλλά το Κιντσούγκι αναπλήρωνε για τα πάντα. 
   Έτσι κι εκείνη τη μέρα ήταν χαμένη στην επανασυγκόλληση ενός βάζου που κρατούσε η Κίμικο πάνω στο γραφείο της. Της άρεζε να κάθεται μόνη της στο σπιτάκι του κηπουρού μπροστά στο μεγάλο παράθυρο, στα όρια του ορφανοτροφείου, ακριβώς εκεί που ξεκινούσε το δάσος του Σαγκάνο. Θα πρέπει να ήταν ήδη πολλές ώρες σκυμμένη πάνω από τα δεκάδες σπασμένα κομμάτια γιατί της ήρθε έντονα να τρίψει τον αυχένα της. 
   Σηκώνοντας το κεφάλι της, είδε την γριά έξω από το παράθυρο να την κοιτάει. Έβρεχε εκείνη τη μέρα δυνατά, αλλά η γριά ήταν στεγνή. Και χαμογελούσε. 

No14 by Cubelax: SPECTRES - Nostalgia


 

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

#15 by kostask: Kooba Tercu - Proto Tekno

 


   Δεν υπήρχε η αίσθηση του χρόνου, όλα και τίποτα συνέβαιναν εκείνη τη στιγμή. Το μέλλον ήταν τότε και το παρελθόν είναι σε λίγο, δεν υπήρξε το παρόν. Ο Νακίτο ο Νίντζα μάθαινε να μπουσουλάει ως μωρό την ίδια στιγμή που ως έφηβος εκπαιδευόταν στην χρήση τόξου την ίδια ώρα που σκότωνε με μια κίνηση της κατάνας του τρεις αφελείς δολοφόνους ως ενήλικας την ίδια στιγμή που έβγαζε φωτιές από το στόμα πετώντας πάνω από ένα χωράφι την ίδια ώρα που... σκότωνε την Ρέτσουκο. Το τανούκι συνέχιζε να καθαρίζει το τρίχωμά του για ώρες, ημέρες, χρόνια και ποτέ. Μια μικρή λάμψη φάνηκε στην κοιλιά του που όλο και μεγάλωνε σε μια απίστευτα φωτεινή μπάλα φωτός που ερχόταν προς το μέρος του. Ο Νακίτο ο Νίντζα έκλεισε τα μάτια του -είχε μάτια?- και περίμενε το τέλος του -την αρχή του? Όταν τα ξανάνοιξε, η μπάλα φωτός είχε εξαφανιστεί και στη θέση της είχε εμφανιστεί μια αλεπού. Η τεράστια φουντωτή ουρά της άρχισε να γαργαλάει τη μουσούδα του τανούκι. 
   -"Κιτσούνε, πάλι τα ίδια? Κόφτο. Ξέρεις ότι με εκνευρίζει αυτό", είπε το τανούκι.
   -"Μα, αν δεν το ήξερα, δε θα το έκανα χρυσέ μου. Είναι έτοιμος?", απάντησε η Κιτσούνε.
   -"Δεν είμαι σίγουρος, και τον περιμένω να έρθει από στιγμή σε στιγμή¨, είπε το τανούκι και γύρισε το βλέμμα του ερωτηματικά στον Νακίτο τον Νίντζα. 
   -"Είμαι έτοιμος.", αποκρίθηκε ο Νακίτο ο Νίντζα με στόμφο. 
 -"Κανείς, ποτέ δεν είναι έτοιμος για τον Τένγκου, χρυσέ μου", απάντησε η Κιτσούνε, σπρώχνοντας μπροστά του μια γαβάθα ρύζι.
   -"Θα σου χρειαστεί¨, είπε. 
Ο Νακίτο ο Νίντζα έφαγε το ρύζι με μια μπουκιά. 
Και μετά σκοτάδι.  




No15 by Cubelax: Bright Eyes - Down in the Weeds, Where the World Once Was

 




Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

#16 by kostask: Oranssi Pazuzu - Mestarin Kynsi

 


   Το μπράτσο της πονούσε ακόμα. Με το πονεμένο χέρι κρατούσε το βιβλίο -τη μόνη περιουσία που της είχε απομείνει- και με το άλλο προσπαθούσε να κρατήσει ζεστή την πληγή. Τα σπαθιά Τάκι έχουν επίτηδες κυρτή λεπίδα, σχεδόν κωνική, ώστε οι πληγές που αφήνουν να μην κλείνουν γρήγορα. Είναι το όπλο δολοφόνων. Δάγκωσε το κάτω χείλος της και συνέχισε. Είχε πολύ δρόμο ακόμα να καλύψει. Κάθε χωριό που περνούσε, ίδια καμμένο και κατεστραμμένο με το προηγούμενο. Όπως και το δικό της. Ακολουθούσε απλά τα σημάδια του καπνού και ήλπιζε να τον βρει. Αν οι μαυροφορεμένοι άνδρες που τον είχαν πάρει μαζί τους είχαν σκοπό να τον σκοτώσουν θα το είχαν κάνει επί τόπου, άρα είναι ακόμα ζωντανός σκέφτηκε. Πρέπει να είναι ακόμα ζωντανός! Θυμήθηκε τη μέρα που ο πατέρας της γύρισε στο σπίτι κρατώντας το βρέφος που του είχαν εμπιστευεί οι Πρεσβύτεροι. Το βρέφος ήταν φασκιωμένο μέσα σε ένα μικρό καλάθι με μόνα υπάρχοντα ένα παλιό βιβλίο κι ένα μικρό ξίφος. Την είχε βάλει να υποσχεθεί ότι δε θα το έλεγε σε κανέναν και ότι στο εξής, αυτός θα ήταν ο μικρός αδερφός της. Στη μνήμη των γονιών της έπεσε στα γόνατα ξεσπώντας σε λυγμούς. Προσπάθησε να πνίξει το κλάμα της μέσα στο ανοιχτό βιβλίο, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να μουσκέψει τις σελίδες του με τα δάκρυά της. Όταν πια τα δάκρυα στέρεψαν, πήρε μια απόφαση. Ορκίστηκε στην μνήμη των νεκρών γονιών της ότι θα έκανε τα πάντα για να προστατέψει τον Νακίτο. Αυτός θα ήταν στο εξής ο σκοπός της ζωής της. Ακόμα κι αν αυτό σήμαινε ότι θα έπρεπε να δώσει τη δική της ζωή για τη δική του. Η Ρέτσουκο έκλεισε το βιβλίο στην μουσκεμένη σελίδα 76 και συνέχισε. Είχε πολύ δρόμο ακόμα να καλύψει. 

No16 by Cubelax: Girls in Synthesis - Now Here's an Echo From Your Future

 


Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

#17 by kostask: Xetas - The Cypher

 


   Είχε πια ξημερώσει. Όλα τα υγρά της χύτρας είχαν εξατμιστεί. Τα κόκκαλα είχαν λιώσει, τα φτερά είχαν κάνει φτερά. Με το βιβλίο κλειστό δίπλα στα μαζεμένα της πόδια, άυπνη, απογοητευμένη και αντιπροσωπευτική της νεο-αστικής τάξης, η Χάτσικο δεν είχε άλλη επιλογή από το ξεκινήσει για τη δουλειά. Ποιος τον άκουγε πάλι τον Ακομούρο που θα την περίμενε στην πόρτα του εργαστηρίου δείχνοντας τα 7 περασμένα λεπτά στο ρολόι του. Μα πόσο ανόητη ένιωθε που πίστεψε ότι τα παραμύθια του παλιο-βιβλίου θα έβγαιναν αληθινά?! Έσβησε τη φωτιά, περιποιήθηκε την πληγή της, φόρεσε τη λευκή της ποδιά και έκλεισε την πόρτα πίσω της. Δεν είχε προλάβει να δει ότι το βιβλίο είχε ανοίξει στη σελίδα 76 από μόνο του. 

No17 by Cubelax: Sweeping Promises - Hunger For a Way Out


 

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

#18 by kostask: Doves - The Universal Want

 


   Λευκά. Τα πάντα λευκά. Και φως. Άπλετο φως έπεφτε πάνω στα πάντα λευκά. Κοίταξε το πάτωμα, λευκό. Οι τοίχοι, το ίδιο. Ήταν τοίχοι άραγε? Έκανε να περπατήσει, αλλά ήταν σαν να περπατούσε πάνω σε σύννεφα. Έψαξε να βρει την πηγή του φωτός. Δεν βρήκε τίποτα. Έσκυψε να δει τα χέρια του. Δεν είδε τίποτα. Τότε ήταν που άκουσε ένα απαλό ρουθούνισμα. Σήκωσε το βλέμμα του. Ένα τανούκι αναπαυόταν ήρεμο στα πίσω πόδια του και καθάριζε αργά το τρίχωμά του. Ο Νακίτο ο Νίντζα ήξερε τι ακολουθεί μετά. 


No18 by Cubelax: Disq - Collector

 


Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2020

#19 by kostask: RVG - Feral



   Για τον τυχαίο διαβάτη που η μοίρα θα τον φέρει να πρέπει να διασχίσει τον ποταμό Ισούζου, η γέφυρα του Ούτζι Μπάσι θα του φανεί σαν μια ακόμη ξύλινη γέφυρα. Αυτό που δεν ξέρει όμως είναι ότι η γέφυρα είναι ζωντανή. Γιατί ζει για 20 χρόνια και μετά πεθαίνει για να ξαναχτιστεί, σύμφωνα πάντα με την αρχαία παραδοσιακή τεχνική του Σίντο. Κανείς δεν ξέρει πως ξεκίνησε αυτό, αλλά οι παραδόσεις είναι για να μένουν και να μην αλλάζουν, οπότε κανείς από τους θεοσεβούμενους μάστορες δεν τόλμησε να αναρωτηθεί ποτέ. Η τεχνική του Σίντο είναι πολύ αυστηρή στους κανόνες της και καμία παρέκκλιση δεν έχει καταγραφεί στα χίλια χρόνια ζωής της γέφυρας. Ένας από τους κανόνες αυτούς λέει πως κάθε φορά που γκρεμίζεται η γέφυρα, όλα τα υλικά της πρέπει να καούν για 24 ώρες. Οι μάστορες φέρνουν τις γυναίκες τους που μαγειρεύουν τα νοστιμότατο κίμτσι δρυοκολάπτη και τα παιδιά χορεύουν γύρω από τις ψηλές φλόγες. Ιστορίες από τα παλιά αμολούνται από τους γέροντες και όλο και κάποιος νέος θα περπατήσει πάνω στα αναμμένα κάρβουνα ως λύση απελπισίας μπας και γοητεύσει κάποια ανύπαντρη νέα. Αν απομείνει κάτι στέρεο μέσα στις στάχτες, θα πρέπει να επαναχρησιμοποιηθεί στο χτίσιμο της νέας γέφυρας. 

   Αν κάποιος είναι παρατηρητικός, θα εντοπίσει κάτι σκούρο σφηνωμένο ανάμεσα στο 96ο και 97ο δοκάρι της βάσης της γέφυρας το οποίο μοιάζει να κρατάει τις δοκούς ενωμένες. Όλοι οι μάστορες το γνωρίζουν, αλλά κανείς δεν τολμά να το πει παραέξω, ότι ένα βιβλίο έχει καταφέρει να επιζήσει από εκατοντάδες φωτιές μέσα στους αιώνες και συνεχίζει να αποτελεί κομμάτι της γέφυρας. Άλλωστε, οι παραδόσεις είναι για να μένουν και να μην αλλάζουν. 

No19 by Cubelax: Good Sad Happy Bad - Shades

 


Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2020

#20 by kostask: The Residents - Metal, Meat & Bone, The Songs of Dyin' Dog

 


   Η χύτρα είχε αρχίσει να βράζει. Δεν είχε πολύ χρόνο ακόμα. Είχε ήδη αποστηθίσει όλες τις οδηγίες του σχεδόν ξεφτισμένου Ιερού Βιβλίου όλα αυτά τα χρόνια, αλλά το ξανακοίταξε για να σιγουρευτεί. Τα χέρια έτρεμαν καθώς έπιανε τα τελευταία υλικά. Έξι φτερά κοκκινολαίμη της Οκινάουα, δύο νύχια αρουραίου των αγρών του Κινγιόκου, ένα αριστερό μάτι δεξιού ψάλτη και τρεις σκελίδες σκόρδο. Άνοιξε το σακί και άδειασε όλα τα οστά μέσα στη χύτρα. Άρπαξε το μαχαίρι και ανέβασε το μανίκι για το τελευταίο υλικό. Το Ιερό Βιβλίο το έλεγε ξεκάθαρα: για να δουλέψει το φίλτρο, χρειαζόταν αίμα από το αίμα του. Δεν είχε κάτι άλλο να κάνει η Χάτσικο από το να περιμένει. 





No20 by Cubelax: Sports Team - Deep Down Happy