Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2020

#6 by kostask: Shell of a Shell - Away Team


   Ο Νακίτο ο Νίντζα είχε εκπαιδευτεί ώστε να είναι προετοιμασμένος πάντα, για τα πάντα. Βρισκόταν μόνιμα σε εγρήγορση ώστε η έκπληξη να είναι άγνωστη αίσθηση γι' αυτόν. Ακόμα και όταν συνειδητοποίησε ότι έκρυβε μια άλλη προσωπικότητα μέσα του, ακόμα και όταν ένα τανούκι του μιλούσε, ακόμα και όταν είχε φτερά και πετούσε. Αυτό για το οποίο δεν τον είχε προετοιμάσει κανείς όμως, ήταν αυτό που έβλεπε με τα ίδια του τα μάτια καθώς πετούσε πάνω από έναν κόσμο που δεν ήταν ο δικός του. Έβλεπε κτίρια -κάστρα?- ψηλά ως τον ουρανό, το ένα δίπλα στο άλλο και όλα μαζί να σχηματίζουν ένα χαλί που έφτανε ως την άκρη του ορίζοντα και έμοιαζε να μπαίνει μέσα στη θάλασσα. Είχε μόλις αρχίσει να σουρουπώνει, κι όμως: τα φώτα που έβγαιναν από το χαλί ήταν εκτυφλωτικά. Περισσότερα φώτα -φωτιές?- απ' όσα αστέρια είχε ο ουρανός που ήξερε. Άλλαξε πορεία για να μπορεί να βλέπει καλύτερα. Εκεί που επιτέλους φάνηκε να τελειώνει το χαλί με τα κτίρια, άρχισε να βλέπει κάτι που έμοιαζε με πολλούς μικρούς λόφους. Κατέβηκε χαμηλότερα ώστε να μπορέσει να διακρίνει τις στοίβες με τα πτώματα. Ατελείωτα βουνά από πτώματα ανθρώπων. Σίγουρα το αποτέλεσμα κάποιας σημαντικής μάχης σκέφτηκε από μέσα του. 
   -"Κι όμως, όχι." ακούστηκε η φωνή από μέσα του. 
   -"Τι είναι αυτό που βλέπω? είναι κάποιο όραμα?"
   -"Το όραμα δεν άρχισε ακόμα. Τώρα αρχίζει", απάντησε η φωνή και ξαφνικά έγινε μέρα. Δεν πετούσε πλέον, αλλά βρισκόταν στην κορυφή ενός λόφου με θέα... δεν μπορούσε να καταλάβει τι έβλεπε. Του έμοιαζε να είναι μέσα στο χαλί που παρατηρούσε πριν, αλλά πολύ διαφορετικό αυτή τη φορά. Ήταν όντως κτίρια αυτά που είχε δει, περίεργα, ίσια και χωρίς τείχη. Αλλά φαίνονταν όλα ερειπωμένα, κατεστραμμένα. Σαν αυτοί που έμειναν εδώ να αποφάσισαν μια μέρα να φύγουν και να μην ξαναγυρίσουν. Υπήρχαν και δρόμοι ανάμεσα στα κτίρια, ατελείωτοι λαβύρινθοι. Όλοι άδειοι χωρίς κανένα ίχνος ανθρώπου. 
   -"Εξήγησέ μου. Τι πρέπει να καταλάβω από αυτό που μου δείχνεις?!", ρώτησε στον αέρα.
   -"Εμένα ρωτάς? Εσύ το έκανες, ή μαλλον θα το έχεις κάνει", απάντησε η φωνή.
   -"Τι εννοείς άτιμε?!
   -"Τι νομίζεις ότι κατάφερες όταν σκότωσες τον 97ο? Όταν σκότωσες εσένα?
   -"Μα ήθελε το τέλος τον Νίντζα! Σκοτώνοντάς τον, έδωσα ελπίδα να συνεχίσουν να ζουν!"
   -"Κι όμως, σκοτώνοντάς τον, σκότωσες τον τελευταίο Νίντζα, Νακίτο." 
   -"Μα...πως..."
   -"Τέλος χωρίς σκοπό, σκοπός χωρίς τέλος."
   Όταν ξύπνησε ξανά, τα φτερά του δεν υπήρχαν πια. Το τανούκι ακόμα καθάριζε τη γούνα του. 
   -"Ίσως να είναι έτοιμος τώρα", είπε στην Κιτσούνε και έσκασαν και οι τρεις στα γέλια. 
  

Δεν υπάρχουν σχόλια: